Την δεύτερη φορά που γεννήθηκα , το 1974, καθόμουν σε μια κερκίδα μαζί με τη μάνα μου την αδελφή μου και τα ξαδέλφια μου.
Στη μέση ενός γηπέδου γεμάτο κόσμο, στο κέντρο της ορχήστρας, στεκόταν ένα ψηλός άντρας ντυμένος στα μαύρα.
Για μια στιγμή, όταν ο «ψηλός» τέντωσε τα χέρια, οι χορδές σίγησαν και οι φωνές σιώπησαν. Κράτησα την ανάσα μου.
Και μετά, όταν τα χέρια του κατέβηκαν κι ανέβηκαν ξανά ψηλά με πάθος και ρώμη, λές και φτερούγισαν στον αέρα μουσικές, φωνές, ποιήματα, συνθήματα, ελπίδες, ιδέες, όνειρα -η Ρωμιοσύνη.
Από εκείνο το βράδυ, εγώ ο γεννημένος την πρώτη φορά από μάνα αριστερή και πατέρα δεξιό, κράτησα τη ζωή μου ζωή κοντά στον Μίκη, στον Ρίτσο, στον Ελύτη, στον Σεφέρη, στην Αριστερά. Για πάντα.
Κρατήθηκε…