Ηταν η εποχή που ο Στιφάδος είχε αποκτήσει την μανία να σκάβει λαγούμια στον κοινόχρηστο κήπο που ο ιδιοκτήτης του οικήματος είχε παραχωρήσει ευγενικά για να παίρνει ο κούνελος τον αέρα του. Στις λιακάδες το σπίτι μας γεμιζε χώματα και τις βροχερές ημέρες με λάσπες και ίχνη από κουνελοπόδαρα.
Την πρώτη και τελευταία φορά που του έκανα παρατήρηση, Στιφάδο κόφτο βαρέθηκα να καθαρίζω το εργοτάξιό σου τι σε έχει πιάσει, μου απάντησε πως πνίγεται κλεισμένος σε ένα διακοσμημένο οικόπεδο και προσπαθεί να διερύνει τον ζωτικό του χωρο και να μην τολμήσω να τον καθησυχάσω πως εντάξει θα τον βγάλω βόλτα την Κυριακή γιατί θα είναι ψέματα και πως τα ψέματα είναι και αυτά λαγούμια μόνο που τα μπάζα τους είναι ακατάλληλα για ανακύκλωση.