Ο λόγος που δεν έμαθα μπιλιάρδο ήταν που οι φίλοι μου δεν με έπαιζαν. Ο λόγος που δεν με έπαιζαν ήταν που αργούσα την στεκιά μου. Ο λόγος που αργούσα την στεκιά μου ήταν που στο δικό μου μυαλό, σε αντίθεση με το δικό τους, δεν ήταν προεγκατεστημένες οι αρχές διατήρησης ορμής και στροφορμής.
«Δεξιά τα φάλτσα και ψηλά, απαλά, βρες την κόκκινη λίγο», με διέταζαν οι προγραμματισμένοι εγκέφαλοι, τίποτα εγώ, προσπαθούσα να εξηγήσω τις διαταγές με τους φυσικούς νόμους, γιατί δεξιά, γιατί λίγο, γιατί απαλά. «Γιατί πληρώνουμε με την ώρα ρε Βασιλάκη».
Την τελευταία φορά που με έπαιξαν, έκανα το λάθος να αναρωτηθώ για την ενεργό διατομή των κρούσεων. Με παράτησαν κι έφυγαν, πήγαν μπουρδελότσαρκα κι έμεινα με την στέκα στο χέρι.